«Ο κήπος μας στην άκρη της ερήμου»: γράφει η Μαρώ Κάργα

ΜΙΑ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ, ΕΝΑ ΒΙΒΛΙΟ

Επιμέλεια: Μαρία Σφυρόερα

Μια μια οι εικόνες περνούσαν μπροστά απ’ τα μάτια του. Το χρώμα της άγονης γης, όπως βάδιζε αργά και είχε καλυμμένο το πρόσωπό του μ’ ένα μαντίλι, ο κήπος, που σκεπαζόταν από ζεστή άμμο, μέσα στους ωχροκίτρινους ψηλούς τοίχους του μοναστηριού, οι μαύρες φιγούρες των μοναχών με τους μικρούς λευκούς σταυρούς στις σκούφιες τους να περπατούν με δυσκολία κόντρα στον άνεμο, το φως των κεριών που ζέσταινε στους ναούς μια ύπουλη οσμή γυναικείας σάρκας, οι κόπτισσες προσκυνήτριες, καθισμένες κάτω απ’ τους σκοτεινούς θόλους, κατάχαμα με τις μελάγιες τους –μια σκούρα μάζα που κινιόταν αργά, κυματιστά στους μονότονους στίχους των ψαλμών– και ανάμεσα στις φαραωνικές μορφές τους εκείνο το κοριτσίστικο πρόσωπο με το πυρωμένο βλέμμα, το βαθύ κάτω απ’ το κοχλ. Κι ύστερα, αργά τη νύχτα, κι ενώ ακόμα το χαμψίνι έδερνε τον άγονο τόπο γύρω του, οι ξεθωριασμένες ιερατικές μορφές με τα μεγάλα δοξαρωτά μάτια, γραμμικές, άκαμπτες, ζωγραφισμένες στους τοίχους του παλαιού ναού, με ίχνη πάνω τους από κείνα τα έντονα χρώματα που αναστάτωναν τη χριστιανική ψυχή των μοναχών της αιγυπτιακής ερήμου και γύρω τους τα μεγάλα κομμάτια με το γαλάζιο του αζουρίτη. Σαν αυτό που έβαζε ο Τζότο στο παρεκκλήσι των Σκροβένι. Αυτό το βαθύ μπλε του lapis lazuli, που τον μαγνήτιζε, το πιο ακριβό μπλε που χρησιμοποιούσαν οι ζωγράφοι στην Αναγέννηση, αυτό που θα γινόταν για κείνον το χρώμα του inferno, το ίδιο βράδυ.

Όταν επισκέφτηκα την έρημο της Νιτρίας, στην Αίγυπτο, πριν από δύο χρόνια, κατά τη διάρκεια του ετήσιου ταξιδιού μου στην Αλεξάνδρεια, μόνο το περίκλειστο του κόσμου των κοπτικών μοναστηριών παρέμενε ίδιο, όπως περιγράφεται στο παραπάνω απόσπασμα (σ. 31). Εκείνο το βράδυ του 1932, στο μοναστήρι των Σουριάνι, ένας από τους κεντρικούς χαρακτήρες του βιβλίου προσβλήθηκε από την ασθένεια της σύφιλης. Το αναφέρω, γιατί είναι απολαυστικό να ακολουθείς τα χνάρια των μυθιστορηματικών ηρώων σου και μάλιστα όταν οι παράμετροι που καθορίζουν τη φύση και τη μοίρα τους δεν είναι μόνον ο τόπος και η εποχή, αλλά και η γοητεία που ασκεί πάνω τους η ηδονή των αισθήσεων.

Το μυθιστόρημα Ο κήπος μας στην άκρη της ερήμου